• Tidak ada hasil yang ditemukan

Leon Trotsky - Logotexnia Kai Epanastasi

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2021

Membagikan "Leon Trotsky - Logotexnia Kai Epanastasi"

Copied!
235
0
0

Teks penuh

(1)
(2)

Λεόν Τρότσκι

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΚΑΙ

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Γράφτηκε: το 1923/1924 Πηγές: Εκδόσεις «ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ» 1966 και 1980, «ΑΛΛΑΓΗ» 1985 και «ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ» 2003 Μετάφραση - Σημειώσεις - Επιμέλεια: Μιχάλης Λίλλης Απόδοση Στοίχων: Κώστας Δελάρος Σύνταξη: Θεοδόσης Θωμαδάκης HTML Markup: Θ. Θωμαδάκης - Ι. Κουκλάκης για τα Μαρξιστικά Βιβλία στο INTERNET, Γενάρης 2005

(3)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΜΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΛΙΦ ΣΛΟΤΕΡ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΛΕΟΝ ΤΡΟΤΣΚΙ Α΄ Μέρος Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΟΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ «ΣΥΝΟΔOΙΠΟΡΟΙ» ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΑΛΕΞΑΝΤΡΟΣ ΜΠΛΟΚ Ο ΦΟΥΤΟΥΡΙΣΜΟΣ Η ΦΟΡΜΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΚΑΙ Ο ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΚΑΙ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΤΕΧΝΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΕΧΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ Β΄ Μέρος ΣΚΟΡΠΙΑ ΦΥΛΛΑ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΣΕΡΓΚΕΪ ΓΙΕΣΕΝΙΝ Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΜΑΓΙΑΚΟΒΣΚΙ ΑΝΑΤΟΛ ΒΑΣΙΛΙΕΒΙΤΣ ΛΟΥΝΑΤΣΑΡΣΚΙ ΛΕΩΝ ΤΟΛΣΤΟΪ ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΟΥ ΓΑΛΛΙΚΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗΝ ΤΖΟΑΝ ΛΟΝΤΟΝ Η ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΕΠΙΜΕΤΡΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΟΣ ΥΛΙΣΜΌΣ του Κλιφ Σλότερ

(4)

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ

Το βιβλίο χωρίζεται σε δυο μέρη: στο καθαυτό έργο «Λογοτεχνία και Επανάσταση» που γράφτηκε το 1923 και στα «Σκόρπια Φύλλα» (ο τίτλος είναι δικός μας) που περιλαβαίνουν διάφορα κείμενα του Λεόν Τρότσκι, για την τέχνη και τους συγγραφείς, προγενέστερα ή μεταγενέστερα (τα πιο πολλά). Στην εκλογή αυτών των κειμένων ακολουθήσαμε μιαν αυστηρή τάξη, διαφορετικά από την ιταλική έκδοση (Schwarz, Μιλάνο, 1958) και τη γαλλική (Julliard, Παρίσι, 1964). Η πρώτη παραλείπει τα τρία πρώτα κεφάλαια του καθαυτό έργου και συμπληρώνεται με κείμενα ξένα στο θέμα (όπως λ.χ. «Η Ηθική τους και η Ηθική μας», που κυκλοφορεί σε ξεχωριστή μπροσούρα). Η δεύτερη συμπληρώνεται, χωρίς να θίγει στο παραμικρό το καθαυτό έργο, με κείμενα που βρίσκονται ενσωματωμένα σε άλλα έργα του συγγραφέα (όπως λ.χ. για τον Μαλρώ που αποτελεί μέρος του θεμελιακού έργου του Τρότσκι «Διαρκής Επανάσταση») καθώς και κείμενα άσχετα λίγο πολύ με το θέμα. Κατά τη γνώμη μας τα μελετήματα αυτά θα μπορούσαν να βρουν τη θέση τους σε μιαν ή περισσότερες ξεχωριστές συλλογές (όπως λ.χ. «Μαρξισμός και Επιστήμη» κλπ.) ή να δοθούν ολόκληρα τα έργα απ’ όπου έχουν αποσπαστεί. Επίσης δεν περιλάβαμε στην έκδοσή μας κείμενα που επαναλαμβάνονται, όπως το άρθρο «Η Ολοκληρωτική Γραφειοκρατία και η Τέχνη» που αποτελεί προσχέδιο μελέτης που βρίσκει την τελειωτική της ανάπτυξη στο άρθρο «Η Τέχνη και η Επανάσταση»· το μανιφέστο των Αντρέ Μπρετόν και Ντιέγκο Ριβέρα «Για μιαν Ανεξάρτητη Επαναστατική Τέχνη», που όσο κι αν είναι επηρεασμένο από τις απόψεις του συγγραφέα, δεν γράφτηκε από τον Τρότσκι, καθώς παρατηρεί ο Μισέλ Λεκέν («IV International», Mars 1965)· τη συνέντευξη του Μωρίς Παριζανίν που δεν προσθέτει τίποτα στις απόψεις του συγγραφέα κλπ. Περιττό να πούμε ότι δεν μας βρίσκει σύμφωνους η αμερικάνικη έκδοση (Russell and Russell, Νέα Υόρκη, 1957) που δίνει στεγνό το έργο του 1923, στερώντας έτσι τον αναγνώστη από πολύτιμα στοιχεία της σκέψης του συγγραφέα που αποτελούν έτσι κι αλλιώς εμπλουτισμό και επέκταση του θέματος. Εννοείται, δε θα μπορούσαμε να πούμε ότι η έκδοση αυτή είναι οριστική. Μια εξονυχιστική αναδίφηση του απέραντου έργου του Λεόν Τρότσκι θα μπορούσε να δόσει στο μέλλον μια πλουσιότερη συλλογή. * Παρουσιάζοντας στη γλώσσα μας το βαθυστόχαστο αυτό και μοναδικό στο είδος του έργο καταβάλαμε κάθε προσπάθεια να δόσουμε ατόφια τη σκέψη και το λόγο του συγγραφέα. Και γι’ αυτό το σκοπό, εκτός από το γαλλικό κείμενο που αποτελεί τη βάση της μετάφρασής μας, συμβουλευτήκαμε όλες σχεδόν τις ξένες εκδόσεις.

(5)

Πέρα απ’ αυτό, για την απόδοση των αποσπασματικών στίχων που στολίζουν εδώ και κει σαν δείγματα το έργο παραχωρήσαμε τη θέση μας στον ποιητή Κώστα Δελάρο (Κ. Θεοφάνους –Θ.Θ.). Με τη φωτεινή προλόγιση του έργου από τον κριτικό Μανόλη Λαμπρίδη καταβάλαμε μιαν πρόσθετη προσπάθεια να βοηθήσουμε όσο γίνεται τον αναγνώστη στην κατανόηση του πολύπλευρου αυτού θέματος. * Οι σημειώσεις που, οφείλουμε να ομολογήσουμε, δεν καλύπτουν όλα τα κενά, είναι συγκεντρωμένες σε ξεχωριστό παράρτημα στο τέλος του βιβλίου. Οι αριθμοί που αναφέρονται στο πρώτο μέρος παρακολουθούν το κείμενο από κεφάλαιο σε κεφάλαιο. Οι αριθμοί του δεύτερου μέρους πάνε συνέχεια Λ. ΜΙΧΑΗΛ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Μιλώντας κάποτε ο Τρότσκι για τον Ζυλ Ρομαίν, και χαρακτηρίζοντάς τον ως θεατή απ’ έξω, θεατή από απόσταση, έκαμε τη βαρυσήμαντη παρατήρηση ότι η απόσταση δεν έχει μόνον οπτική σημασία, μα και ηθική, και ότι μόνον εκείνος που μετέχει ενεργά στο κοινωνικό γίγνεσθαι μπορεί να είναι αληθινά θεατής, δηλαδή να βλέπει σωστά και βαθιά. Ο Τρότσκι, ένας από τους «μετέχοντες», ένας από τους μεγαλύτερους άντρες της επαναστατικής Πράξης, και μαζί βαθύς θεωρητικός και μεγάλος τεχνίτης του λόγου, αποτελεί την πιο ζωντανή ενσάρκωση της παραπάνω αλήθειας. Με το βιβλίο του «Λογοτεχνία και Επανάσταση», που δεν είναι ακαδημαϊκό πάρεργο, αλλά μορφές αγώνα για ζητήματα ζωτικά της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, δίνει μοναδικά υποδείγματα εφαρμογής της μαρξιστικής μεθόδου, πάνω σ’ ένα τόσο περίπλοκο και ευαίσθητο θέμα, με το οποίο ο διαλεκτικός υλισμός πολύ λίγο μπόρεσε να καταπιαστεί. Η σκέψη του, αγγίζοντας το άμεσο –ακόμη και το καθημερινό– φέρνει στο φως το κύριο και το ουσιαστικό, χωρίς να χάνει τη μεγάλη ανθρώπινη ιστορική προοπτική. Ο βιογράφος του Τρότσκι Ισαάκ Ντόϋτσερ δίνει τον παρακάτω γενικό χαρακτηρισμό: «Ακόμα και σήμερα, σαράντα χρόνια από τότε που γράφτηκε το έργο αυτό, εξακολουθεί να παραμένει ανυπέρβλητο όχι μόνον ως επισκόπηση του επαναστατικού Sturm und Drang των ρωσικών γραμμάτων και προκαταγγελία του στραγγαλισμού της καλλιτεχνικής δημιουργίας από το σταλινισμό, αλλά και γενικότερα ως δοκίμιο μαρξιστικής λογοτεχνικής κριτικής. Το βιβλίο είναι γραμμένο με λεπτή αίσθηση της τέχνης και της λογοτεχνίας, πρωτότυπη σύλληψη,

(6)

συναρπαστική έμπνευση και πνεύμα, και στις τελευταίες του σελίδες με δύναμη οραματισμού, που φτάνει σε σπάνια ύψη ποιητικής έξαρσης» 1. Αλλά εκτός απ’ αυτά, το βιβλίο δεν έχει χάσει τίποτε από την επικαιρότητα και τη ζωντάνια του. Μέσα στην επισκόπηση της λογοτεχνικής παραγωγής των «εμιγκρέδων», των «συνοδοιπόρων», των «εικονιστών», του Γιεσένιν, Πιλνιάκ, Μπλοκ, Μαγιακόβσκι κλπ., στην εξέταση του θέματος της πολιτικής του Κόμματος στην τέχνη, και του προβλήματος της «προλεταριακής κουλτούρας», ο Τρότσκι θέτει, αντιμετωπίζει και τέμνει ζητήματα, που είναι αυτά, ή ανάλογα με αυτά που μας απασχολούν σήμερα, και που η λύση τους δεν έχει καν προωθηθεί πέρα από το σημείο, που εκείνος τ’ άφησε. Στις προλογικές τούτες σημειώσεις θα θέλαμε να σταθούμε σε μερικά μόνον από τα θέματα αυτά, όπως τα αντιμετωπίζει ο Τρότσκι, που έχουν ιδιαίτερη σημασία. * Τα πρώτα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, μέσα στη ζέση του γκρεμίσματος του παλιού καθεστώτος, την εικονοκλαστική διάθεση εναντίον των μορφών της εκμεταλλευτικής κοινωνίας, γεννήθηκε η ιδέα του «προλεταριακού πολιτισμού», της «προλεταριακής τέχνης» και «προλεταριακής επιστήμης». Η ιδέα αυτή παρουσιαζόταν έτσι: όπως κάθε κυρίαρχη τάξη στην ιστορία δημιούργησε τη δική της τέχνη και το δικό της πολιτισμό έτσι και το προλεταριάτο, κατακτώντας την πολιτική εξουσία, θα δημιουργήσει κι αυτό τη δική του τέχνη και επιστήμη, το δικό του, ξέχωρο, ταξικό πολιτισμό. Διάφορες μοντέρνες σχολές διεκδικούσαν για τον εαυτό τους ιδιαίτερη πολιτική σημασία και πολιτιστικό ρόλο. Ανακήρυσσαν τον εαυτό τους ως τη μόνη καλλιτεχνική έκφραση της Επανάστασης, και ζητούσαν ένα είδος μονοπώλιο και «επίσημη» αναγνώριση. Η ιδέα αυτή, που ασκούσε έλξη πάνω σε πολλούς κύκλους διανοουμένων και σε νέους εργάτες, συνάντησε την αντίθεση του Λένιν και του Τρότσκι. Ο Λένιν χαρακτήρισε επιπολαιότητα και ακρισία, θεωρητικά λαθεμένη και πρακτικά ολέθρια κάθε τάση για επινόηση μιας «κουλτούρας» μέσα στο εργαστηριο ή στο θερμοκήπιο ορισμένων στενών κύκλων ή ατόμων. Μια αληθινά νέα κουλτούρα, τονίζει, δεν μπορεί να είναι παρά η σύνοψη των γνώσεων, των εμπειριών και των κατακτήσεων, που απόκτησε κι επεξεργάστηκε η ανθρωπότητα κατά τη διαδρομή των πολιτισμών, και η παραπέρα ανάπτυξη και υπέρβασή τους, που θα φυτρώσει από το έδαφος της γενικής μόρφωσης, έργο του συνόλου των εργαζομένων, που θα έχουν αφομοιώσει ό,τι άξιο κληροδότησε ο καπιταλισμός στην επιστήμη και στην τέχνη. 1 Από το βιβλίο του Ισαάκ Ντόιτσερ για τον Τρότσκι (Β΄ τόμ., «Ο Άοπλος Προφήτης»).

(7)

Οι θιασώτες της «προλεταριακής τέχνης και κουλτούρας» ζήτησαν από τον Τρότσκι, που ενθάρρυνε τις μοντέρνες τάσεις στην τέχνη, να τους ενισχύσει. Ο Τρότσκι τους απάντησε ότι, οπωσδήποτε θα υποστήριζε το δικαίωμά τους να υπερασπίσουν ελεύθερα τις απόψεις τους, αλλά επεσήμαινε ότι όροι όπως «προλεταριακή λογοτεχνία», «προλεταριακή κουλτούρα» είναι εσφαλμένοι και επιζήμιοι, και οι ιδέες αυτές οφείλονται σε ανεπαρκή κατανόηση του ιστορικού γίγνεσθαι και της διαδοχής των πολιτισμών. Από δω βγήκε η βαθυστόχαστη αναίρεση της ιδέας της «προλεταριακής κουλτούρας και τέχνης», που καταλαμβάνει ένα από τα σημαντικότερα μέρη του βιβλίου. Κατά τη γνώμη μας, ο αναγνώστης θα πρέπει να δόσει ιδιαίτερη προσοχή στη μελέτη αυτού του κεφαλαίου. * Ο Τρότσκι απορρίπτει κάθε ιδέα «επίσημης» άποψης για την τέχνη και την επιστήμη, κομματικής κηδεμονίας πάνω στην επιστήμη και την τέχνη. Υπερασπίζει την αυτονομία της τέχνης, την ελευθερία της έκφρασης για όλες τις λογοτεχνικές σχολές και τα καλλιτεχνικά ρεύματα, τον αυτοκαθορισμό της τέχνης, ιδέα που βρίσκεται σε αρμονία προς τη γενική ιδέα του σοσιαλισμού, που είναι ο αυτοκαθορισμός της ζωής από τους ίδιους τους εργαζόμενους. «Το κράτος είναι οργάνωση καταπίεσης, επομένως οι μαρξιστές, που βρίσκονται στην εξουσία μπορούν να δοκιμάσουν τον πειρασμό να ρυθμίσουν ακόμα και την πολιτιστική και μορφωτική εργασία στις εργαζόμενες μάζες με βάση το δόγμα: “Νά την, η αλήθεια –γονατίστε μπροστά της!”. Η κυβέρνησή μας, βέβαια, είναι αυστηρή. Το εργατικό κράτος έχει το δικαίωμα και το καθήκον να καταφύγει στη βία και τον καταναγκασμό. Εφαρμόζουμε ανελέητη βία εναντίον των εχθρών των εργαζομένων. Στα ζητήματα όμως της εκπαίδευσης της εργατικής τάξης, αυτή η μέθοδος τού “Νά η αλήθεια –όλοι στα γόνατα”, έρχεται σε αντίθεση με την ίδια την ουσία του μαρξισμού».2 Άλλωστε η ίδια η διατύπωση είναι παρμένη από τον Μαρξ. «Η πολιτική μας στην τέχνη, ξεκαθαρίζει από την εισαγωγή του κιόλας ο Τρότσκι, μπορεί και πρέπει να βοηθήσει τις διάφορες καλλιτεχνικές ομάδες και σχολές, που προήλθαν απ’ την επανάσταση, να συλλάβουνε σωστά την ιστορική έννοια της εποχής, και αφού τις βάλει μπροστά στο κατηγορικό κριτήριο: υπέρ ή εναντίον της επανάστασης, να τους παραχωρήσει ολική ελευθερία αυτοκαθορισμού στον τομέα της τέχνης». Και πιο πέρα: «Ο μαρξισμός προσφέρει ποικίλες δυνατότητες: να αξιολογούμε την ανάπτυξη της καινούργιας τέχνης, να παρακολουθούμε όλες τις παραλλαγές της, να ενθαρρύνουμε τα προοδευτικά ρεύματα διαμέσου της κριτικής. Δε μπορούμε να του ζητήσουμε περισσότερα. Η τέχνη πρέπει ν’ ανοίξει το δικό της δρόμο από μόνη της. 2 Από προσφώνηση του Τρότσκι στους εκπαιδευτικούς, το 1924.

(8)

Οι μέθοδές της δεν είναι οι μέθοδες του μαρξισμού. Αν το Κόμμα διευθύνει το προλεταριάτο, δεν διευθύνει το ιστορικό προτσέσο. Ναι, υπάρχουνε τομείς όπου διευθύνει άμεσα, επιτακτικά. Υπάρχουν άλλοι όπου ελέγχει και ενθαρρύνει, ορισμένοι όπου περιορίζεται μόνο να ενθαρρύνει, ορισμένοι πάλι όπου δεν κάνει άλλο παρά να προσανατολίζει. Η τέχνη δεν είναι τομέας όπου το Κόμμα καλείται να διατάζει». Και λίγο καιρό πριν τη δολοφονία του διακηρύχνει: «Μια ατόφια επαναστατική εξουσία δε μπορεί ούτε θέλει να δόσει στον εαυτό της το καθήκον να “διευθύνει” την τέχνη, κι ακόμα λιγότερο να της δίνει διαταγές, ούτε πριν ούτε ύστερα από την κατάληψη της εξουσίας. Μια τέτοια αξίωση δε μπορούσε να περάσει από το μυαλό παρά μόνο μιας γραφειοκρατίας άξεστης κι αναίσχυντης, μεθυσμένης από την παντοδυναμία της, και που έχει καταντήσει η αντίθεση της επανάστασης. Η τέχνη όπως κι η επιστήμη, δε ζητάνε διεύθυνση, μα, από την ίδια τους τη φύση, δε μπορούν να την υποφέρουν. Η καλλιτεχνική δημιουργία υπακούει στους δικούς της νόμους, ακόμα κι όταν μπαίνει συνειδητά στην υπηρεσία ενός κοινωνικού κινήματος. Ατόφια πνευματική δημιουργία είναι ασυμβίβαστη με το ψέμα, την υποκρισία και το πνεύμα του βολέματος. Η τέχνη μπορεί να είναι ο μεγάλος σύμμαχος της επανάστασης, εφόσον θα μένει πιστή στον εαυτό της». Οι θέσεις αυτές του Τρότσκι δεν είναι μόνο θέσεις εκ των υστέρων, θέσεις αντιπολίτευσης, ιδέες «κατατρεγμένου προφήτη». Ο Τρότσκι τις πρωτοδιατύπωσε και τις υποστήριξε όταν είταν επωμισμένος τα πιο υπεύθυνα λειτουργήματα του νεοσύστατου σοβιετικού κράτους. * Η παρέμβαση του Τρότσκι το 1923 στη συζήτηση για τα προβλήματα της τέχνης και του πολιτισμού, χωρίς να παραγνωρίζουμε καθόλου τον παράγοντα του απεριόριστου κύρους που είχε, ως η λαμπρότερη προσωπικότητα της Επανάστασης, δεν έχει καθόλου το νόημα της παρέμβασης του Ζντάνοφ ή του Χρουστσόφ. Δεν είναι καθόλου αυταρχική παρέμβαση του Κράτους και του Κόμματος στη δραστηριότητα των καλλιτεχνών και από τα πάνω καθορισμός των σκοπών και των κατευθύνσεων της πνευματικής δημιουργίας, που συνεπάγεται αστυνόμευση και δίκες. Ο Τρότσκι ρίχνει το βάρος του στη συζήτηση των προβλημάτων της πολιτιστικής ζωής όχι ως κρατικός λειτουργός, ως φορέας κρατικής εξουσίας, αλλά ως κριτικός της λογοτεχνίας και της τέχνης, με συλλογισμούς, με επιχειρήματα, με την κοσμοθεωρία του. Υπερασπίζοντας την αυτονομία της τέχνης, διεκδικεί και υπέρ της τέχνης την αρχή που σε άλλες σφαίρες θεωρείται αυτονόητα δεδομένη, την αρχή δηλαδή ότι κάθε σφαίρα έχει τους δικούς της νόμους και αξιώνει τρόπους και μεθόδους, που προσιδιάζουν σ’ αυτήν. Κι ωστόσο όταν πρόκειται για την κοινωνία, την ιστορία, την οικονομία, την πολιτική, την τέχνη, η μεθοδολογική αυθαιρεσία, το ανακάτεμα, το μπέρδεμα και η

(9)

υποκατάσταση μιας σειράς νόμων από μιαν άλλη, ξένη σειρά, είναι φαινόμενο πολύ συχνό. Μ’ αυτό το νόημα ο Τρότσκι ειρωνεύτηκε την τάση των οπαδών της σχολής του Παβλόφ να εξηγούν όλα τα φαινόμενα του ανθρώπου και τις πιο πολύπλοκες λειτουργίες της συνείδησης, από το σάλιο του σκύλου ως την ποίηση, μόνο με την κατηγορία του «εξαρτημένου ανακλαστικού». Φυσικά, αυτονομία δε σημαίνει απόλυτη στεγανότητα. Αντίθετα, ο μελετητής θα βρει στις σελίδες του Τρότσκι οξυδερκείς αναλύσεις των πολυποίκιλων αλληλεπιδράσεων των διαφόρων σφαιρών, των διασταυρώσεων και των αλληλοκαθορισμών, ιδίως όσον αφορά τους ταξικούς προσδιορισμούς, στον τρόπο που περνούν και δρουν μέσα στην τέχνη οι έννοιες, οι τάσεις και οι θεωρήσεις των κοινωνικών τάξεων, οι συγκρούσεις και τα πολιτικά πάθη. Επίσης, το αίτημα για μη επέμβαση της πολιτικής εξουσίας στα ζητήματα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, δε σημαίνει καθόλου ότι η τέχνη είναι «απολίτικη». Απεναντίας, ο Τρότσκι δείχνει ότι ακόμη και τα πιο λεπτομερειακά προβλήματα που θέτει η πολιτιστική και καλλιτεχνική ζωή, συμπλέκονται με τα γενικά προβλήματα της πολιτικής ζωής. Κάθε θέση, που παίρνομε απέναντι σ’ αυτά είναι πολιτική θέση. Ακόμη και οι εκδηλώσεις της ζωής και τα δημιουργήματα του πνεύματος, που θέλουν να πιστεύουν οι εστέτ ότι βρίσκονται μακριά από την πολιτική, έχουν ένα σαφώς καθορισμένο πολιτικό νόημα. Μέσα στην ταξικά χωρισμένη κοινωνία, ο καθένας δεν είναι δυνατό παρά να τοποθετείται αναπότρεπτα με την άποψη μιας ιδιαίτερης τάξης ή ομάδας, και αυτήν την άποψη, μ’ όλες τις παραμορφώσεις και διαθλάσεις, που μπορεί να πάθει στο δρόμο, διοχετεύει και μέσα στα πνευματικά του δημιουργήματα. «Η πολιτική, γράφει το 19323, είναι πεισματάρα, και υποχρεώνει να την υπηρετούν ακόμη κ’ εκείνους, που επιμένουν να της γυρίζουνε την πλάτη». Όμως το καθρέφτισμα και η επίδραση του κοινωνικού υπόβαθρου και του πολιτικού κλίματος πάνω στη φυσιογνωμία της τέχνης, στη διαμόρφωση ορισμένων τάσεων, μορφών, στυλ κλπ., δεν πραγματοποιείται με διαταγές της πολιτικής εξουσίας, αλλά πάντα σύμφωνα με την καλλιτεχνική λογική και τους ιδιαίτερους νόμους της τέχνης. Η τέχνη, αναπότρεπτα, υπηρετεί την πολιτική. Όχι όμως με την έννοια της υποταγής της στη συγκεκριμένη πολιτική εξουσία. Βέβαια, σε ορισμένες ιστορικές στιγμές, η πολιτική, ο αγώνας για την εξουσία, η επανάσταση έχουν προτεραιότητα κι επισκιάζουν τις άλλες δραστηριότητες. Όμως η «προτεραιότητα» αυτή –έκφραση της σκληρής κοινωνικής αναγκαιότητας– δεν είναι απόλυτη. Ούτε η εξουσία ούτε η επανάσταση είναι αυτοσκοπός, στον οποίο υποτάσσονται τα πάντα. Είναι μέσα για έναν ανώτερο σκοπό: «την απελευθέρωση των δημιουργικών ικανοτήτων του ανθρώπου απ’ όλους τους φραγμούς, τις ταπεινωτικές εξαρτήσεις και τους σκληρούς 3 Σε άρθρο του απ’ αφορμή το βιβλίο του Εμίλ Λούντβιχ για τον Στάλιν.

(10)

καταναγκασμούς».4 Ήδη το σημειώσαμε και πιο πάνω: Η τέχνη μπορεί να είναι ο μεγάλος σύμμαχος της επανάστασης, εφόσον θα μένει πιστή στον εαυτό της. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αγώνες αυτοί του Τρότσκι για τα ζητήματα του πολιτισμού, της καλλιέργειας, της επιστήμης και της τέχνης, γίνονται σε καιρούς αφάνταστα δύσκολους. * Ο Τρότσκι ενθάρρυνε τις μοντέρνες τάσεις και σχολές στην τέχνη. Μάλιστα μπορούμε να πούμε εμείς σήμερα, ότι σ’ ορισμένες μοντέρνες σχολές στήριξε ελπίδες για μιαν αναγέννηση και υψηλότερες κατακτήσεις της τέχνης, που δεν δικαιώθηκαν. Οι πιο πολλοί από εκείνους τους «ισμούς» έμειναν οριστικά στο στάδιο των πειραματισμών και των αναζητήσεων, χωρίς να φτάσουν σε επιτεύγματα, χωρίς να δημιουργήσουν τα «κλασικά» τους έργα, που θα τα παράδιναν στους σύγχρονούς τους και θα τα κληροδοτούσαν στο μέλλον της ανθρωπότητας. Όμως, καταπολεμούσε την ψευτοεπαναστατική έπαρση και την άκριτη καταφρόνηση της πολιτιστικής κληρονομιάς του παρελθόντος. Τη ρήξη με το παρελθόν δεν την έβλεπε απόλυτη, αλλά διαλεκτική, σαν υπέρβαση, με την αφομοίωση και ανάπτυξη στοιχείων από τις ίσαμε σήμερα πραγματοποιήσεις του πολιτισμού. Το «παρελθόν» δεν είναι όλο για πέταμα. Οι ταξικοί πολιτισμοί, που έχουν προηγηθεί, δεν δημιούργησαν μόνο προϊόντα «ιδεολογικά», ταξικής φύσης, που καθρεφτίζουν κ’ εξυπηρετούν την υποδούλωση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Μέσα από την προσπάθεια των κυρίαρχων τάξεων να κρατήσουν και να διαιωνίσουν, την εκμετάλλευση και το χωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις, προκύψανε στοιχεία, που ξεπερνούν τον ταξικό εγωισμό, που έχουν, ως ένα βαθμό, γενική σημασία, και αποτελούν κατάκτηση του ανθρώπου. Ακόμα και στα πνευματικά δημιουργήματα, που καθρεφτίζουν την ταξική καταπίεση, βρίσκονται συνδυασμένα αυτά τα στοιχεία, που ξεπερνούν τα όρια των κοινωνικών συνθηκών της εποχής, και αποτελούν στοιχείο του πολιτιστικού πλούτου της ανθρωπότητας. Μέσα από το κοινωνικά σχετικό, η σκέψη και η πολιτιστική πράξη κρυσταλλώνουν το ανθρώπινο. Τέτοια στοιχεία βρίσκονται μέσα στις επιστημονικές γνώσεις καθώς και στα μεγάλα έργα τέχνης, που αποκτούν, έτσι, διιστορικό χαρακτήρα, κ’ έχουν αξία και γι’ άλλες γενεές, και γι’ άλλες εποχές. Ο διττός –ταξικός και υπερταξικός μαζί– χαρακτήρας της πνευματικής κληρονομιάς του παρελθόντος επιβάλλει το κριτικό ξεκαθάρισμά της. «Εμείς οι μαρξιστές ζούμε με την παράδοση, και δεν παύουμε, γι’ αυτό, να είμαστε επαναστάτες». * 4 Λεόν Τρότσκι, «Προδομένη Επανάσταση».

(11)

Καθώς ολόκληρος ο πολιτισμός, σήμερα, από τα οικονομικά του θεμέλια ως τις υψηλότερες σφαίρες της ιδεολογίας, βρίσκεται σε κρίση, και η τέχνη, δεν είναι έξω από την κρίση. Η κρίση, που περνάει η τέχνη, ειδικότερα, έχει τη ρίζα της στην εξής αντίφαση: στην τέχνη, γενικά, ο άνθρωπος εκφράζει το αίτημα της αρμονίας και της πληρότητας της ζωής, δηλαδή των πιο πολύτιμων αγαθών, που η ταξική κοινωνία του στερεί. Γι’ αυτό, κάθε καινούργιο καλλιτεχνικό ρεύμα αρχίζει με την ανταρσία. Κάθε αυθεντικό έργο τέχνης ενέχει πάντοτε μια διαμαρτυρία, συνειδητή ή ασυνείδητη, μαχητική ή παθητική, αισιόδοξη ή απαισιόδοξη, εναντίον της πραγματικότητας. Η τέχνη της εποχής μας είναι δυνατό να είναι αληθινή και μεγάλη αν έχει βαθύτατη ευαισθησία απέναντι στην κοινωνική πραγματικότητα, στην αλήθεια. Αυτή την ευαισθησία απέναντι στην πραγματικότητα δεν μπορεί να την έχει η κυρίαρχη τάξη της παρακμής, που διαθέτει τη μόρφωση, τα αγαθά του πολιτισμού, καθώς και οι διανοούμενοι, που παίρνουν το μέρος της, γιατί αδυνατεί να δόσει, παρρησία, λόγο της σημερινής της ύπαρξης. Το ίδιο ισχύει και για τη γραφειοκρατία, παλαιοσταλινική και νεοσταλινική, που αποτελεί εσωτερική ανάσχεση στην πρόοδο και το σοσιαλισμό. Και η εργατική τάξη, εκτός από το ότι βρίσκεται σε πολιτιστική πενία, μικρή ποσότητα ενέργειας μπορεί ν’ αποδεσμεύσει για την καλλιέργεια της τέχνης, κατά την επαναστατική και τη μεταβατική περίοδο. Και έτσι, η τέχνη της Επανάστασης βρίσκεται ακόμη από την εδώ μεριά, στο βασίλειο της Ανάγκης· δονείται από τις συγκρούσεις και τα πολιτικά πάθη της εποχής. * Στη συγκινητική νεκρολογία «Στη μνήμη του Σεργκέι Γιεσένιν», που έγραψε λίγες μέρες μετά την αυτοκτονία του ποιητή, ο Τρότσκι δείχνει πόσο απρόσφορες και εχθρικές προς το λυρισμό είναι οι συνθήκες της ανειρήνευτης πάλης ανθρώπου με άνθρωπο στην εποχή μας, όπου οι λεπτές και ευαίσθητες φύσεις πληγώνονται ανεπανόρθωτα, τσακίζονται και συντρίβονται, ό,τι τρυφερό έχει η εσωτερική ζωή συνθλίβεται και μένει εγκάθειρκτο στα βάθη και ανεκδήλωτο, κάτω από την πίεση της προτεραιότητας άλλων καθηκόντων, αγώνων γεμάτων τραχύτητα και καταστροφές. Όμως, νά η ελπίδα και το μέλλον: «Το ελατήριο της εποχής μας είναι πολύ πιο δυνατό από το ελατήριο του καθενός μας. Το σπείρωμα της Iστορίας θα ξετυλιχτεί ως την άκρη. Ας μην αντιταχτούμε σ’ αυτό, ας το βοηθήσουμε με τις συνειδητές προσπάθειες της σκέψης και της θέλησης. Ας προετοιμάσουμε το μέλλον. Ας καταχτήσουμε, για τον καθένα και για την καθεμιά, το δικαίωμα στο ψωμί και το δικαίωμα στο τραγούδι». Μανόλης Λαμπρίδης

(12)

Ο ΛΕΟΝ ΤΡΟΤΣΚΙ ΓΙΑ ΤΗN

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Μια Παρουσίαση από τον Κλιφ Σλότερ

Το «Λογοτεχνία και Επανάσταση» του Τρότσκι, γραμμένο το 1923-24, συμπυκνώνει σε εξαιρετικό βαθμό τη συνολική του ιστορική και φιλοσοφική κοσμοθεώρηση. Είναι μια διεισδυτική ανάλυση των διαφόρων λογοτεχνικών σχολών που υπήρχαν στα πρώτα χρόνια της επαναστατικής Σοβιετικής Ρωσίας. Αν και πολύ συχνά παραβλέπεται σαν ένα υποπροϊόν ή σαν παρέκκλιση από τα πιο άμεσα πολιτικά του κείμενα, στην πραγματικότητα είναι μια επίθεση ενάντια στην ιδέα –που τότε ενθαρρυνόταν από τους Στάλιν, Μπουχάριν, Λουνατσάρσκι και άλλους– για μια «προλεταριακή κουλτούρα» και μια «προλεταριακή λογοτεχνία». Αναλύοντας αυτά τα προβλήματα σε όλο τους το βάθος, που βρίσκεται στην ταξική πάλη και τη σύγκρουση των παραγωγικών δυνάμεων με τις σχέσεις παραγωγής, ο Τρότσκι μπόρεσε να αναπτύξει και να εμπλουτίσει τη μαρξιστική θεωρία του ιστορικού υλισμού, κι ακόμα να προσφέρει μια αναγκαία βάση για την πολιτική πάλη ενάντια στο πρόγραμμα του Στάλιν και του Μπουχάριν. Η εισαγωγή του Τρότσκι διατυπώνει το κύριο σημείο πολύ καθαρά: «Είναι βασικά λαθεμένο να αντιπαραθέτουμε στην αστική κουλτούρα και στην αστική τέχνη την προλεταριακή κουλτούρα και την προλεταριακή τέχνη. Προλεταριακή κουλτούρα και τέχνη δεν θα υπάρξει ποτέ, γιατί το προλεταριακό καθεστώς, είναι πρόσκαιρο και μεταβατικό. Η ιστορική σημασία και το ηθικό μεγαλείο της προλεταριακής επανάστασης βρίσκονται στο γεγονός ότι βάζουν τα θεμέλια μιας κουλτούρας που είναι πάνω από τάξεις και που θα είναι η πρώτη αληθινά ανθρώπινη κουλτούρα, (Λεόν Τρότσκι: «Λογοτεχνία και Επανάσταση», σελ. 14 της αγγλικής έκδοσης, ελληνικά σελ. 21). Όσο για την «προλεταριακή κουλτούρα» κάτω από τον καπιταλισμό, πριν την κατάκτηση της εξουσίας, ο Τρότσκι επαναλαμβάνει τη μαρξιστική θέση ότι το προλεταριάτο είναι πρώτα και κύρια μια εκμεταλλευόμενη τάξη, αποχωρισμένη από τα κέρδη της ανθρωπότητας στην πάλη της με τη Φύση. Το προλεταριάτο αναπτύσσει την ταξική συνείδηση, που συμπυκνώνεται στην πολιτική στρατηγική, τακτική και οργάνωση και στις μεθοδολογικές αναπτύξεις που βρίσκονται πίσω τους και τις εμπλουτίζουν. Μόνο καταργώντας τον εαυτό του σαν τάξη (καταργώντας την ιδιοκτησία, το θεμέλιο αυτό της ταξικής κοινωνίας) το προλεταριάτο θα κάνει τον εαυτό του ικανό να αποκτήσει και να αναπτύξει κουλτούρα. Ενώ η μπουρζουαζία, πριν εξουσιάσει την κοινωνία, μεγαλώνοντας μέσα στους πόρους της φεουδαρχικής κοινωνίας, χτίζει το «δικό της» τύπο ατομικής

(13)

ιδιοκτησίας, χτίζει τα δικά της σχολεία, εκκλησίες και ακαδημίες, εκπαιδεύει το δικό της σώμα διαχειριστών, φιλοσόφων, αρχιτεκτόνων, δραματουργών και ποιητών, το προλεταριάτο μεγαλώνει κάτω από τον καπιταλισμό, σε μια κατάσταση αποστέρησης από κουλτούρα. Αποχτάει, συνείδηση των ιστορικών του σκοπών, μόνο αποκτώντας συνείδηση ότι του λείπει η κουλτούρα. Στις μέρες μας, οι ρεφορμιστές σαν τον Ρέιμοντ Γουίλιαμς της «νέας αριστεράς», («Κουλτούρα και Κοινωνία») και τον Ρίτσαρντ Χόγκαρτ («Οι Χρήσεις της Γραμματοσύνης») έχουν προβάλλει την ιδέα μιας «εργατικής κουλτούρας»: εννοώντας κάποιες ειδικές «αξίες» ή «τρόπο ζωής» που το προλεταριάτο, εντελώς ξέχωρα από τη συνδικαλιστική και πολιτική του ανάπτυξη, αγωνίζεται να διατηρήσει ενάντια στο «βιομηχανισμό». Μια τέτοια ιδέα δεν είναι παρά μια αντανάκλαση στον τομέα της «κουλτούρας» (μια αντανάκλαση στην κατώτερη μικροαστική ιντελιγκέντσια) του αγγλικού ρεφορμισμού, με το μήνυμά του, ότι ο καπιταλισμός μπορεί βαθμιαία, να γίνει ακίνδυνος και αγνώριστος, με τη βαθμιαία ανάπτυξη προοδευτικών τάσεων μέσα του. Αυτοί οι κύριοι εννοούν, βέβαια, ότι οι ίδιοι οι μικροαστοί διανοούμενοι και οι γραφειοκράτες, που στηρίζονται στην εργατική τάξη και την εμποδίζουν να ασκήσει την πραγματική της δύναμη, θα μπορέσουν να αποκτήσουν υψηλές θέσεις και επιρροή μέσα στην αστική κοινωνία και έτσι θα πραγματοποιήσουν το μικροαστικό όνειρο της σταθεροποίησης. Τί σχέση έχουν όλα αυτά με τα προβλήματα με τα οποία ασχολήθηκε ο Τρότσκι το 1924; Οι διαφορές στην «κουλτούρα» σχετίζονται άμεσα με τις πολιτικές διαφορές. Στην κριτική του της θεωρίας του «σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα», των Στάλιν και Μπουχάριν, ο Τρότσκι επέμενε, πρώτα απ’ όλα, ότι είταν μια επιστροφή στο ρεφορμισμό. Σε μια εθνική ποικιλία σοσιαλισμού, που κατάστρεφε την επαναστατική και διεθνιστική ουσία του σοσιαλισμού. Όταν ο Μπουχάριν, λόγου χάρη, σχολίασε το «Λογοτεχνία και Επανάσταση» του Τρότσκι, απόρριψε το κύριο επιχείρημά του (το αδύνατο μιας προλεταριακής κουλτούρας) για πολιτικούς λόγους. Σύμφωνα με τον Μπουχάριν, ο Τρότσκι υποτιμούσε το χρονικό διάστημα που θα κάλυπτε η περίοδος της προλεταριακής επανάστασης. Ο Τρότσκι, έλεγε, είταν ανυπόμονος και υπεραισιόδοξος για την παγκόσμια επανάσταση. Μπορούσε να περάσει μια μακριά περίοδος πριν επιτευχθεί ο σοσιαλισμός και αυτό θα έδινε τον καιρό για την ανάπτυξη μιας προλεταριακής κουλτούρας στη Ρωσία. Αυτό που υποστήριξε πραγματικά ο Μπουχάριν, είταν ότι τα πολιτιστικά καθήκοντα στη Σοβιετική Ρωσία έπρεπε να αντιμετωπιστούν με έναν τρόπο σύμφωνο με

(14)

ολόκληρη την πολιτική γραμμή των Στάλιν-Μπουχάριν: ο καπιταλισμός σταθεροποιείται, η σοβιετική οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί «με βήματα χελώνας», η πάλη των εργατών σ’ όλες τις χώρες –από την Κίνα μέχρι τη Βρετανία– θα περάσει από διάφορα στάδια, συχνά κατω από μη κομμουνιστική ηγεσία, πριν η παγκόσμια επανάσταση απλωθεί. Η «τροτσκιστική» (στην πραγματικότητα λενινιστική) θεωρία της παγκόσμιας επανάστασης είναι επικίνδυνη και πρέπει να εγκαταλειφθεί. Η «προλεταριακή κουλτούρα» ενθαρρυνόταν, επομένως, σαν το συμπλήρωμα στην τέχνη και τη λογοτεχνία του «πειράματος» της οικοδόμησης ενός ιδιαίτερου, ρωσικού είδους, σοσιαλισμού. Στο «Λογοτεχνία και Επανάσταση», ο Τρότσκι παρουσιάζει μια πλήρη μαρξιστική ανάλυση των πραγματικών σχέσεων της λογοτεχνικής δημιουργίας με την προλεταριακή επανάσταση. Για να το κάνει αυτό, έπρεπε να ασχοληθεί με βασικά ζητήματα της μαρξιστικής μεθόδου –και γι’ αυτό το λόγο το βιβλίο είναι ανεκτίμητο για τους μελετητές του μαρξισμού. Αν πάρουμε, λόγου χάρη, το ζήτημα που, πιο συχνά, απασχολεί τους μικροαστούς διανοούμενους στη συζήτηση για τη σοβιετική λογοτεχνία: δηλαδή, την αυθεντία του προλεταριακού κράτους και κόμματος, βρίσκουμε ότι ο Τρότσκι το παρουσιάζει με εντελώς διαφορετικούς όρους από το συνηθισμένο επιχείρημα για την «ελευθερία του ατόμου». Βέβαια, τα κατοπινά σταλινικά τερατουργήματα και οι κτηνωδίες σ’ αυτόν τον τομέα, συνέβαλαν και από μόνα τους στο να αποξενωθούν πολλοί διανοούμενοι. Αλλά το πιο σημαντικό είναι να καταλάβουμε τις πιο βασικές και ιστορικές σχέσεις ανάμεσα στην επανάσταση και το έργο του καλλιτέχνη: «Ο προλετάριος στην τέχνη, πρέπει να έχει την έκφραση της νέας πνευματικής άποψης που μόλις αρχίζει να διατυπώνεται μέσα του, και που η τέχνη πρέπει να τον βοηθήσει να της δόσει μορφή. Αυτό δεν είναι μια κρατική διαταγή, αλλά μια ιστορική αναγκαιότητα. Δεν μπορείς να το προσπεράσεις αυτό, ούτε να ξεφύγεις από τη δύναμή του», (όπ.π., σελ. 170, ελληνικά, σελ. 139). «Απ’ αυτό βγαίνει, επομένως, ότι το προλεταριακό κράτος και το μαρξιστικό κόμμα στη δικτατορία του προλεταριάτου έχουν να κρίνουν τις λογοτεχνικές σχολές από την άποψη της συνεισφοράς τους σε μια μελλοντική “αληθινά ανθρώπινη” κουλτούρα. Δεν μπορείς να δημιουργήσεις λογοτεχνικές σχολές με διατάγματα. Εκτός από τους συγγραφείς της εργατικής τάξης, υπάρχουν συγγραφείς που δίνουν μόνο μια γενική υποστήριξη, και που προσπαθούν να προσαρμόσουν τις λογοτεχνικές μορφές που ξέρουν, στις ιστορικές δυνάμεις που δημιούργησε η επανάσταση. Το Κόμμα δεν μπορεί να τους πει τι πρέπει να γράψουν.

(15)

Το Κόμμα υπερασπίζει τα ιστορικά συμφέροντα της εργατικής τάξης στο σύνολό της. Επειδή προετοιμάζει συνειδητά, βήμα το βήμα, το έδαφος για μια καινούργια κουλτούρα και, επομένως, για μια καινούργια τέχνη, θεωρεί τους συνοδοιπόρους όχι σαν ανταγωνιστές των συγγραφέων της εργατικής τάξης, αλλά σαν τους πραγματικούς ή τους εν δυνάμει βοηθούς της εργατικής τάξης στο μεγάλο έργο της ανοικοδόμησης. Το Κόμμα κατανοεί τον επεισοδιακό χαρακτήρα των λογοτεχνικών ομάδων μιας μεταβατικής περιόδου και τις εκτιμάει, όχι από την άποψη του ταξικού διαβατηρίου των μεμονωμένων γραμματιζούμενων κυρίων, αλλά από την άποψη της θέσης που καταλαμβάνουν και μπορούν να καταλάβουν αυτές οι ομάδες στην προετοιμασία μιας σοσιαλιστικής κουλτούρας», (όπ.π., σελ. 218-219, ελληνικά, σελ. 175-176). Επειδή ο Στάλιν και η γραφειοκρατία του Κρεμλίνου, που αντιπροσώπευαν τις πιο συντηρητικές δυνάμεις στη Ρωσία και στηρίζονταν στον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό, εγκατάλειψαν αυτές τις θεμελιακές μαρξιστικές αντιλήψεις για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό, γι’ αυτό εξαπόλυσαν τους κατοπινούς άγριους διωγμούς στον λογοτεχνικό και επιστημονικό τομέα, όπως και στην πολιτική. Εκείνοι που προτιμούν να επιτίθενται στις σταλινικές «θεωρίες» της «προλεταριακής κουλτούρας» και του «σοσιαλιστικού ρεαλισμού» απλά σαν κάποιο είδος αντιδημοκρατικής και ωμής εφαρμογής δικτατορικών μεθόδων, δεν μπορούν παρά να επιζητούν μια φιλελευθεροποίηση ή εξανθρωπισμό του σταλινισμού –και δεν μπορούν να του επιτεθούν στη ρίζα του, μ’ έναν επαναστατικό τρόπο, από την άποψη του μαρξισμού και της εργατικής τάξης. Γίνονται απλά μικροαστοί που θέλουν το καλό του σταλινισμού. Προσεγγίζοντας το πρόβλημα της λογοτεχνίας και της επανάστασης με τη μέθοδο του μαρξισμού, ο Τρότσκι ακολουθούσε πολύ συνειδητά τη γραμμή και τη συμβουλή του Λένιν. Ο ίδιος ο Λένιν αποκήρυξε όλες τις προσπάθειες να εφευρεθεί μια ειδική «προλεταριακή» κουλτούρα και τόνισε ιδιαίτερα την ανάγκη να αποκτήσει το προλεταριάτο την κουλτούρα των περασμένων κοινωνιών. Αλλά υπάρχει μια πιο βαθιά έννοια με την οποία ο Τρότσκι εφάρμοσε τη μέθοδο και την προσέγγιση του Λένιν σ’ αυτό το ζήτημα. Ολόκληρο το βιβλίο «Λογοτεχνία και Επανάσταση» έχει σαν κεντρικό του μοτίβο αυτή τη διαλεχτική υλιστική μέθοδο, σε αντίθεση με τον ιδεαλισμό: που, φυσικά, οργιάζει σε τομείς όπως της λογοτεχνικής κριτικής. Για παράδειγμα, μια «υπεραριστερή» ποικιλία ιδεαλισμού είταν πολύ κοινή ανάμεσα στους δραματικούς κριτικούς, εκείνη την εποχή στην ΕΣΣΔ. Αντί να αναλύουν και να παρουσιάζουν το δράμα σαν τη ζωντανή έκφραση συγκεκριμένων κοινωνικών και ιστορικών σχέσεων, αυτοί οι κριτικοί νόμιζαν ότι μπορούσαν να βγάλουν ένα νέο και αληθινά επαναστατικό δράμα από τη γενική «φύση» του επαναστατικού

(16)

προλεταριάτου: τον αθεϊσμό του, τον ακτιβισμό του και την ανάγκη του για αντικειμενικότητα κλπ. Αυτοί οι κριτικοί επιτέθηκαν στο έργο ενός γάλλου συγγραφέα, που περιέγραφε ένα στάδιο της πάλης της γαλλικής εργατικής τάξης, σαν «επαναλαμβανόμενο» και κουραστικό –αντιπαραθέτοντάς το στη δική τους ιδεώδη εκδοχή του δυναμισμού της Οκτωβριανής Επανάστασης, από την οποία δημιούργησαν στο κεφάλι τους ένα «αληθινό» δράμα. Ο Τρότσκι γράφει: «Το να μετατρέπει κανείς τη δράση ενός συγκεκριμένου ιστορικού χώρου σε έναν αφηρημένο κονστρουκτιβισμό, είναι, σ’ αυτή την περίπτωση, μια παρέκκλιση από την επανάσταση –από εκείνη την πραγματική, αληθινή επανάσταση που αναπτύσσεται πεισματικά και μετακινείται από χώρα σε χώρα, και που εμφανίζεται, επομένως, σε ορισμένους ψευτοεπαναστάτες σαν μια πληχτική επανάληψη», (όπ.π., σελ. 238, ελληνικά, σελ 189). Βρισκόμαστε πίσω στο ίδιο μεθοδολογικό ζήτημα, όπως όταν ο Τρότσκι εξηγούσε το ρόλο των «συνοδοιπόρων». Είναι ένα ζήτημα εξέτασης και επεξεργασίας, σαν επαναστάτες που κάνουν ιστορία, του πραγματικού προτσές της προλεταριακής επανάστασης σ’ όλες της τις μορφές και μ’ όλες τις επιρροές και τις αποχρώσεις της εξέτασης των «συνοδοιπόρων», π.χ., «...από την άποψη της θέσης που καταλαμβάνουν και μπορούν να καταλάβουν αυτές οι ομάδες στην προετοιμασία μιας σοσιαλιστικής κουλτούρας». Στη διαμάχη του 1920 στο Μπολσεβίκικο Κόμμα, σ’ ότι αφορά το ρόλο των συνδικάτων, ο Λένιν είχε δόσει μεγάλο βάρος σ’ αυτήν την πλευρά της διαλεκτικής υλιστικής μεθόδου. Εκείνη την εποχή, είχαν εμφανιστεί σοβαροί κίνδυνοι από μια τάση να επιβληθεί ένα σχήμα πάνω στην εργατική τάξη και τα συνδικάτα για το τι θα έπρεπε να είναι το εργατικό κράτος. Να βγει από τη θεωρία για τα συνδικάτα και το εργατικό κράτος, ποια θα έπρεπε να είναι η μεταξύ τους σχέση. Ο Λένιν χτύπησε πολύ σκληρά και τον Μπουχάριν και τον Τρότσκι εκείνη την εποχή, επιμένοντας ότι η πραγματική πάλη των αντιθέτων μέσα στην πραγματικότητα πρέπει να εγκαθιδρυθεί με τη «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης»: «η αλήθεια είναι πάντα συγκεκριμένη». Μια τέτοια «συγκεκριμένη μελέτη», έδειχνε τις γραφειοκρατικές παραμορφώσεις στο εργατικό κράτος, και έκανε αναγκαία την ανεξαρτησία των συνδικάτων των εργατών από το κράτος «τους». Έτσι, αυτή δεν είταν μια μάταιη φιλοσοφική συζήτηση. Έπρεπε να παλέψει κανείς για τη διαλεκτική μέθοδο, σαν ζήτημα ζωής και θανάτου για το εργατικό κράτος.

(17)

Ο Μπουχάριν, όχι μόνο αρνήθηκε να διορθώσει τα λάθη του, αλλά και επέμενε σ’ αυτά, και σ’ αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η κρίση στο Κόμμα, το 1921, που οδήγησε στην απαγόρευση των φραξιών. Αυτή η συζήτηση στο Κόμμα είχε τη δική της διαλεκτική. Εκείνοι που επέμεναν στα λάθη τους δημιούργησαν έτσι μια νέα κατάσταση. Τα μικρά λάθη, σε μια νέα εξέλιξη στις ταξικές δυνάμεις και την επανάσταση, έγιναν η μετάβαση σε μεγάλα προβλήματα και σε μια πολύ μεγάλη κρίση στο Κόμμα. Ο Λένιν θεωρούσε ότι ο Τρότσκι, έκανε λάθη απ’ αυτή την άποψη, τότε, αλλά οι απολογητές του σταλινισμού, θέλουν πάντα να ξεχνούν, ότι, την κρίσιμη στιγμή, είταν ο Μπουχάριν –που γρήγορα επρόκειτο να γίνει ο κυριότερος «θεωρητικός» του Στάλιν– που έκανε το μοιραίο γλίστρημα στον συνδικαλισμό, επιμένοντας στο λάθος του. Όπως είπε ο Λένιν: «Ο Τρότσκι, που είταν ο “αρχηγός”στην πάλη, έχει τώρα “ξεπεραστεί” και πέρα για πέρα “επισκιαστεί” από τον Μπουχάριν, που έφερε την πάλη σε ένα εντελώς νέο επίπεδο, παρασυρόμενος σ’ ένα λάθος που είναι πολύ πιο σοβαρό από όλα μαζί τα λάθη του Τρότσκι», (Λένιν: «Άπαντα», τόμ. 32, σελ. 50-51 της αγγλικής έκδοσης). Ανάμεσα στο 1921 και το 1924 (όταν εμφανίστηκε το «Λογοτεχνία και Επανάσταση»), ο Λένιν, βέβαια, σχημάτισε τη συμμαχία του με τον Τρότσκι ενάντια στις γραφειοκρατικές μέθοδες του Στάλιν. Στο έργο του για τη λογοτεχνία, λοιπόν, ο Τρότσκι πάλευε ενάντια στην ανάπτυξη της γραφειοκρατίας, και αυτή η πάλη συνέπεφτε και είταν ταυτόσημη με την πάλη για τη διαλεκτική μέθοδο ενάντια στον ιδεαλισμό, που ξεκινάει από κανόνες για το τι πρέπει να γίνει. Ενδιαφέρον έχει εδώ μια σύγκριση που κάνει ο Τρότσκι, που μπορεί παρεμπιπτόντως να σημειωθεί από όλους εκείνους που θέλουν να χωρίσουν τον ιστορικό υλισμό από τη διαλεκτική της Φύσης. Ενάντια σ’ όλους εκείνους που «έβγαζαν» από την «επαναστατική φύση» του προλεταριάτου, το πρόγραμμα μιας προλεταριακής τέχνης και λογοτεχνίας, ο Τρότσκι ρωτάει: γιατί όχι μια προλεταριακή επιστήμη επίσης; «Τί θα πουν οι μεταφυσικοί μιας καθαρά προλεταριακής επιστήμης για τη θεωρία της σχετικότητας; Μπορεί να συμβιβαστεί με τον υλισμό ή όχι; Έχει λυθεί αυτό το ζήτημα; Πού; Πότε; Από ποιόν; Είναι καθαρό στον καθένα, ακόμα και στους αμύητους, ότι το έργο του φυσιολόγου μας, του Παβλόφ, προχωρεί ολοκληρωτικά σε υλιστικές γραμμές.

(18)

Αλλά τί να πει κανείς για την ψυχαναλυτική θεωρία του Φρόυντ; Μπορεί να συμβιβαστεί με τον υλισμό, όπως πιστεύει, για παράδειγμα, ο Καρλ Ράντεκ (κι εγώ επίσης), ή του είναι εχθρική; Το ίδιο ερώτημα μπορεί να τεθεί για όλες τις νέες θεωρίες, για τη δομή του ατόμου, κλπ., κλπ. Θα είταν θαυμάσιο αν εμφανιζόταν ένας επιστήμονας που να μπορεί να συλλάβει μεθοδολογικά όλες αυτές τις νέες γενικεύσεις και να τις εισάγει στη διαλεχτική υλιστική αντίληψη για τον κόσμο. Θα μπορούσε έτσι, την ίδια στιγμή, να ελέγξει τις καινούργιες θεωρίες και να αναπτύξει τη διαλεχτική μέθοδο», (όπ.π., σελ. 219-220, ελληνικά, σελ. 176, η υπογράμμιση είναι δική μου –C.S.). Ο Τρότσκι, προχωρώντας σαν υλιστής, θεωρεί τις διάφορες τέχνες, όπως και τη φυσική επιστήμη, σαν στοιχεία της ζωντανής πάλης του ανθρώπου να ελέγξει τη Φύση και την ίδια τη μοίρα του. Αυτές πρέπει να αναπτυχθούν μέσα και διαμέσου αυτής της πάλης, και δεν μπορούν να βγουν από αφηρημένες θεωρίες. Για παράδειγμα, περιγράφοντας λακωνικά τα κοινωνικά και τεχνικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής που αναπτυσσόταν στη Σοβιετική Ρωσία, ο Τρότσκι γράφει: «Έτσι, πέρα από ένα πραχτικό πρόβλημα και τη σταθερή δουλιά για να λυθεί αυτό το πρόβλημα, δεν μπορεί κανείς να δημιουργήσει ένα νέο αρχιτεκτονικό στυλ. Η προσπάθεια να βγει λογικά ένα τέτοιο στυλ με τη μέθοδο της απαγωγής, από τη φύση του προλεταριάτου, από τη συλλογικότητά του, τον αθεϊσμό του κλπ., είναι ο πιο καθαρός ιδεαλισμός και δεν θα δόσει τίποτε άλλο πέρα από μια ευφυή έκφραση του εγώ κάποιου, μια αυθαίρετη αλληγορία, και τον ίδιο παλιό επαρχιώτικο ερασιτεχνισμό», (όπ.π., σελ. 136, ελληνικά, σελ. 110). Ο Τρότσκι δίνει πολλές λαμπρές και βαθιές εξηγήσεις για τη μαρξιστική θεωρία της λογοτεχνίας, αλλά αυτό γίνεται μόνο επειδή μπόρεσε να πλουτίσει τη μαρξιστική θεωρία: ακριβώς με μια υλιστική και διαλεκτική ανάλυση των επαναστατικών συνθηκών της σοβιετικής λογοτεχνίας, και όχι γράφοντας ένα γενικό δοκίμιο για το μαρξισμό και τη λογοτεχνία. Οι αναγνώστες του «Λογοτεχνία και Επανάσταση» πρέπει, επομένως, να μην αποθαρρυνθούν από το γεγονός ότι το βιβλίο ασχολείται με σχολές συγγραφέων, με των οποίων τα έργα δεν είναι εξοικειωμένοι και δεν πρέπει απλά να προσπαθήσουν να ξεχωρίσουν αποσπάσματα πιο γενικού ενδιαφέροντος. Κάνοντας ακριβώς τη λεπτομερειακή αυτή ανάλυση της σχέσης των συγγραφέων με τη Ρωσική Επανάσταση, ο Τρότσκι μπόρεσε να κάνει μια μεγάλη συνεισφορά στη μαρξιστική θεωρία, σ’ αυτό το βιβλίο. Το «Λογοτεχνία και Επανάσταση» είναι πιο γνωστό σαν μια επίθεση ενάντια στην ιδέα μιας «προλεταριακής κουλτούρας».

Referensi

Dokumen terkait

Dengan adanya pengelolaan manajemen guest house yang membuat rumah menjadi produktif, menjadikan Simply Homy Guest House menjadi bisnis dengan pasif income paling

menentukan pasien gagal jantung kronik dengan klasifikasi kelas NYHA, melakukan permeriksaan laboratorium berupa pemeriksaan darah lengkap, kadar kolesterol, pemeriksaan

(1986), Koyani dan Rajput (2015) bahwa pada kondisi yang tepat produksi amiloglukosidase dengan menggunakan media padat, tiga kali lebih tinggi dibandingkan dengan

Madeg ing nagari Astina, prabu Pandhudewanata, miyos ing pandhapi ingadhep ingkang putra faden Puntadewa tuwin patih Jayayitna, miwah para punggawa pepak, kasaru dha- tengipun

1. Alternatif 1 dihapuskan , karena alternatif 3 memberikan hasil akhir yang sama dan juga akan memberikan kepada pemilik mobil tambahan uang tunai $500. Hal ini dapat dijalankan

61 Juwita Hayyuning Prastiwi, S.IP, M.IP “Kiprah DPRD Perempuan Kabupaten/Kot a Jawa Timur” Sosialisasi hasil riset Pusham Unair Surabaya 2013 Peserta 62 Juwita

Pencon bagian depan dari kuningan, bagian bahu dari besi dicat dengan Brom warna kuning emas, rancakan diberi list dengan brom warna kuning emas.. Pencon bagian depan dari

Pada Februari 1538, Paus Paul III berhasil menggalang Liga Suci (gabungan Kepausan, Spanyol, Kekaisaran Roma, Republik Venisia serta para Ksatria Malta) berhadapan dengan